Έτος: 2011
Σκηνοθέτης: Bela Tarr
"Πιθανότατα κάνω ταινίες για να προκαλέσω την τύχη, για να είμαι ταυτόχρονα ο πιο ταπεινωμένος και για λίγες μόνο στιγμές, ο πιο ελεύθερος άνθρωπος στον κόσμο. Απεχθάνομαι τις ιστορίες, καθώς παραπλανούν τους ανθρώπους να πιστεύουν ότι κάτι έχει συμβεί. Στην πραγματικότητα, τίποτα δε συμβαίνει, καθώς γλιστράμε από τη μια κατάσταση στην άλλη. Γιατί σήμερα υπάρχουν μόνο καταστάσεις, όλες οι ιστορίες έχουν γίνει χυδαίες και μπανάλ. Το μόνο που απομένει είναι ο χρόνος. Αυτός είναι πιθανότατα το μόνο γνήσιο πράγμα - ο χρόνος αυτός καθαυτός: τα χρόνια, οι μέρες, οι ώρες, τα λεπτά και τα δευτερόλεπτα. Και ο φιλμικός χρόνος έπαψε να υπάρχει από τη στιγμή που το ίδιο το φιλμ έπαψε να υπάρχει. Ευτυχώς, δεν υπάρχει αυθεντική φόρμα ή μια κυρίαρχη τάση. Κάποιο είδος μαζικής συνειδητοποίησης, μια αμαζήτηση της δικής μας ψυχή, θα μπορούσε να ελαφρύνει την κατάσταση, ή να μας σκοτώσει". Bela Tarr
"Τορίνο, 3 Ιανουαρίου 1889: ο Φρίντριχ Νίτσε, βγαίνει από την πόρτα του σπιτιού που διαμένει, στην οδό Κάρλο Άλμπερτ 6. Όχι μακριά από αυτόν, ο οδηγός ενός δίτροχου κάρου έχει πρόβλημα με το πεισματάρικο άλογό του. Όσο κι αν το τσιγκλά, το άλογο αρνείται να κουνηθεί και τότε ο οδηγός χάνει την υπομονή του και αρχίζει να το μαστιγώνει. Ο Νίτσε μπαίνει στη μέση με φούρια για να δώσει τέλος σε αυτή τη βίαιη σκηνή, αγκαλιάζοντας το λαιμό του αλόγου και κλαίγοντας. Ο σπιτονοικοκύρης του, τον παίρνει μέσα στο σπίτι, τον βάζει να ξαπλώσει ακίνητο και σιωπηλό για δύο μέρες, μέχρι που ο Νίτσε θα μουρμουρίσει τα απαραίτητα τελευταία του λόγια και θα ζήσει για ακόμα 10 χρόνια, βουβός και παράφρων, με τη φροντίδα της μητέρας του και των αδελφών του. Δεν γνωρίζουμε τι απέγινε το άλογο."
Αυτά ακριβώς, είναι τα εισαγωγικά λόγια του Bela Tarr, στην αρχή της ταινίας του, που πιάνει την αφήγηση αμέσως μετά από αυτά τα γεγονότα και αποτελεί μια συγκλονιστική περιγραφή της δύσκολης ζωής του οδηγού του κάρου, της κόρης του και του αλόγου. Δείχνοντας μας, πως τρία απλά πράγματα, ένας αγρότης, μια κόρη και ένα γέρικο και κουρασμένο άλογο, μπορούν να συνθέτουν μια τραγική ιστορία...
Όπως δυστυχώς έχει ανακοινώσει ο ίδιος ο Ούγγρος σκηνοθέτης, αυτή είναι η τελευταία του ταινία. Κι εδώ, συνεργάζεται ξανά με τον συν-σεναριογράφο του, τον συγγραφέα Laszlo Krasznahorkai, στο σενάριο του "Αλόγου του Τορίνο".
Η λιτότα της ταινίας, φτάνει στο έπαρκο, για να τονίσει την αίσθηση του θανάτου, τη μοναξιά, την τραγωδία της ανθρώπινης ύπαρξης, μέσα από τη ζωή δύο απλών ανθρώπων που ο σισύφειος αγώνας τους για επιβίωση, συνδέετεαι με την σκληρή και πεζή καθημερινότητα.
Τα φιλμ του Bela Tarr, αντί να λέμε ότι είναι ασπρόμαυρα θα ταίριαζε καλύτερα αν λέγαμε πως συνδυάζουν το σκοτεινό γκρίζο με το φωτεινό γκρίζο. Κάποτε, ρώτησαν τον Tarr, γιατί το γκρι, κυριαρχεί στις ταινίες του, κι αυτός τους απάντησε: "Γιατί αυτή είναι η πραγματικότητα. Λένε, πως η ζωή είναι πολύχρωμη, όμως για κοίτα γύρω σου!".
Παρόλη την πεσιμιστική αυτή διάθεση του ίδιου του καλλιτέχνη, πρέπει να παραδεχθώ, πως η τέχνη του Bela Tarr, με γεμίζει χαρά. Αισθηντική χαρά βέβαια, καθώς μιλάμε για έναν σημαντικό σκηνοθέτη, με τόση δύναμη, που μπορεί να συνθέσει πανέμορφες όσο και περίπλοκες κινήσεις της κάμερας, χωρίς να πέφτει στην παγίδα των εύκολων λύσεων της μανιέρας.
Τα φιλμ του Tarr, είναι ένα σύνολο χειρονομιών, βλεμμάτων, φωνών, κορμιών και τοπίων. Αν αγαπάω τις ταινίες του Tarr, είναι γιατί πήρε τοις μετρητοίς τη σκέψη πως η γνώση στην κινηματογραφική τέχνη, δημιουργείται μέσα από την τέχνη, του να βλέπεις. Πιστέψε με, το να παρακολουθείς μια ταινία, δεν είναι σε καμία περίπτωση μια εύκολη διαδικασία. Το βλέμμα, πρέπει να ενοχλείται όσο το δυνατό λιγότερο από άχρηστα στοιχεία.
Αυτή ακριβώς η σύνδεση, είναι που ενοποιεί τα πάντα με μια κίνηση και γίνεται πιο αισθητή μέσα από τις αργές, μακριές, συχνά καμπυλωτές κινήσεις της κάμερας που κινείται από αντικείενο σε αντικείμενο, χωρίς να σταματά. Αγγίζει έτσι απαλά τον κόσμο από κοντά, ενώ ταυτόχρονα τον παρατηρεί συνολικά. Ο Tarr, χρησιμοποιεί όσο μπορεί λιγότερα πλάνα γιατί κάθε συγκόλληση του φιλμ, είναι ταυτόχρονα κι ένα κόψιμο, ένα σκίσιμο στο ύφασμα της ζωής.
Ο Bela Tarr, είναι ένας ιδιαίτερα αγαπητός, προσωπικά, καλλιτέχνης, όχι μόνο για τη μοναδική φύση των ταινιών του, αλλά και για τις ασυμβίβαστες μεθόδους του. Χρειαζόμαστε, πραγματικά τις ταινίες του Tarr, για να θυμόμαστε εν τέλει, ότι είμαστε ζωντανοί...